Μια
αμφιλεγόμενη προσωπικότητα
"Κάθε αλήθεια περνάει από τρία στάδια. Πρώτα γελοιοποιείται. Μετά βρίσκει σφοδρή αντίθεση. Και στο τέλος θεωρείται αυτονόητη."
"Από τα μικροπράγματα καταλαβαίνουμε καλύτερα τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου. Γιατί στα μεγάλα είναι πιο προσεκτικός και κρύβεται."
Ο
Άρθουρ Σοπενχάουερ ήταν στοχαστής
και ιδεαλιστής. Θαυμαστές του υπήρξαν
διάσημοι συγγραφείς όπως Τόμας Μαν,
Μάρσελ Προυστ, Φραντς Κάφκα, Λέων Τολστόι.
Ο τελευταίος τον εκθειάζει ως τη μεγαλύτερη ιδιοφυΐα. Αδιαμφισβήτητα
κατέχει νευραλγικό ρόλο στη διαμόρφωση
του σύγχρονου τρόπου σκέψης με τις
αντιλήψεις του για την ανθρωπότητα,τη θρησκεία και τη ρητορική.
Γεννήθηκε
στις 22 Φεβρουαρίου 1788 στο Ντάντσιχ (το
σημερινό πολωνικό Γκντανσκ), μια πόλη
που ανήκε στη Χανσεατική Λίγκα και είχε
έντονη διεθνή εμπορική δραστηριότητα.
Προερχόταν από πλούσια οικογένεια
εμπόρων, γεγονός που συνέβαλλε στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του, αφού του
δόθηκε η ευκαιρία να ταξιδεύσει σε
πολλές χώρες από νεαρή ηλικία. Αρχικά
προσπάθησε να συνεχίσει την οικογενειακή
επιχείρηση αλλά ο ρόλος του εμπόρου και
τραπεζίτη δεν ταίριαζε με τον φιλομαθή
χαρακτήρα του, επομένως στράφηκε προς
τις ακαδημαϊκές σπουδές.
Το 1813 έγραψε
τη διατριβή του με τίτλο ‘Η τετραπλή
προέλευση της αρχής του επαρκούς αιτίου’ η οποία απoτέλεσε τον πυρήνα της μετέπειτα
φιλοσοφίας του, αφού εκεί διαμόρφωσε
για πρώτη φορά τα επιχειρήματα που θα
χρησιμοποιούσε αργότερα για να
χαρακτηρίσει αγύρτες και τσαρλατάνους
τους κυριότερους γερμανούς ιδεαλιστές
φιλοσόφους της εποχής, και συγκεκριμένα
τον πρώην
καθηγητή του Φίχτε αλλά και τους Σέλινγκ και Χέγκελ. Την ίδια χρονιά, ο Σοπενχάουερ υπέβαλε τη διατριβή του στο γειτονικό πανεπιστήμιο της Ιένας, το οποίο και του απένειμε τον τίτλο του διδάκτορα, ερήμην, αφού ο φιλόσοφος δεν καταδέχτηκε να πάει να τον παραλάβει.
καθηγητή του Φίχτε αλλά και τους Σέλινγκ και Χέγκελ. Την ίδια χρονιά, ο Σοπενχάουερ υπέβαλε τη διατριβή του στο γειτονικό πανεπιστήμιο της Ιένας, το οποίο και του απένειμε τον τίτλο του διδάκτορα, ερήμην, αφού ο φιλόσοφος δεν καταδέχτηκε να πάει να τον παραλάβει.
Η δίψα του
ανθρώπου για επιστημονική και πρακτική
γνώση δημιουργεί έναν κόσμο που τρώει
τον εαυτό του. Από εκεί ξεκινάει η
περίφημη απαισιοδοξία του Σοπενχάουερ:
θεωρεί ότι ως άτομα είμαστε τα δυστυχή
προϊόντα της ίδιας μας της επιστημολογικής
δραστηριότητας κι ότι μέσα στον κόσμο
της φαινομενικότητας, τον οποίο
κατασκευάζουμε, η μοίρα μας είναι να
συγκρουόμαστε με άλλα άτομα και να
επιδιώκουμε πάντα να αποκτήσουμε πιο
πολλά απ’ όσα δικαιούμαστε. Κατά τον
Σοπενχάουερ, ο κόσμος της καθημερινής
ζωής είναι στην ουσία του βίαιος και
απαγορευτικός, είναι ένας κόσμος που
ποτέ δεν πρόκειται να οδηγηθεί σε φάση
μεγαλύτερης ηρεμίας, όσο ισχύει για τη
συνειδητότητά μας –στο ακέραιο– η αρχή
του επαρκούς αιτίου με την τετραπλή της
προέλευση. Δηλώνει ευθαρσώς ότι η
καθημερινή ζωή «είναι μαρτυρική» και
αν θα μπορούσαμε να την παραλληλίσουμε
με κάτι, αυτό θα ήταν το μαρτύριο του
Σίσυφου.
"Όσο πιο περιορισμένος είναι ο ορίζοντας και ο κύκλος της δραστηριότητας και των επαφών μας, τόσο πιο ευτυχισμένοι είμαστε. Γιατί με το άνοιγμα του ορίζοντα πολλαπλασιάζονται και μεγεθύνονται οι έγνοιες, οι επιθυμίες, ο τρόμος."
Η απαισιοδοξία
του Σοπενχάουερ τον κάνει στην πορεία
και άθεο. Δεν μπορεί να φανταστεί να
υπάρχει ένας θεός, που του προσάπτουν
ιδιότητες όπως αγάπη,συμπόνοια,
παντοδυναμία ,που θα μπορούσε να φτιάξει
έναν τέτοιο φριχτό κόσμο. «Ένας τέτοιος
Θεός δεν θα ήθελα να ήμουν, η σαθρότητα
αυτού του κόσμου θα μου σπάραζε την
καρδιά». Η συμπάθειά του περιοριζόταν
κυρίως στα ζώα και όχι στους ανθρώπους,
επέλεξε τη μοναχικότητα από πεποίθηση
και για λόγους αυτοπροστασίας. Για αυτόν
η κοινωνία ήταν σαν μια πύρινη σφαίρα
που αν είσαι σε απόσταση σε θερμαίνει
και σε φωτίζει, αλλά αν την πλησιάσεις
πολύ σε καίει. Πολλοί θεωρούν πως η
ολοκληρωτική αποστροφή του προς την
κοινωνία οφείλεται εν μέρει και στις
αλλεπάλληλες απορρίψεις των αιτήσεών
του σχετικά με τη θέση καθηγητή σε
πανεπιστήμιο.
"Οι θρησκείες είναι σαν τις πυγολαμπίδες. Για να λάμψουν πρέπει να υπάρχει σκοτάδι."
"Οι θρησκείες είναι σαν τις πυγολαμπίδες. Για να λάμψουν πρέπει να υπάρχει σκοτάδι."
Η πολιτική
σκέψη του Σοπενxάουερ είναι, σε μεγάλο
μέρος της, ένας απόηχος του ηθικού του
συστήματος (το οποίο αναπτύσσεται στο
βιβλίο "Στα Θεμέλια της Ηθικής"). Η ηθική
καταλαμβάνει περίπου ένα τέταρτο του
κύριου έργου του Σοπενxάουερ, Ο κόσμος
ως Βούληση και ως Παράσταση. Σε
περιστασιακές αναφορές πάνω στην
πολιτική στα Πάρεργα και Παραλειπόμενα,
ο Σοπενxάουερ περιγράφει τον εαυτό του
ως υπέρμαχο ενός φιλελεύθερου κυβερνητικού
συστήματος. Το ουσιώδες ήταν, πίστευε,
το κράτος «να αφήνει κάθε άνθρωπο
ελεύθερο προς την αναζήτηση της προσωπικής
λύτρωσης», και θα προτιμούσε «να
κυβερνάται από ένα λιοντάρι παρά από
τους αρουραίους ακόλουθούς του» —
δηλαδή προτιμούσε τη διακυβέρνηση ενός
μονάρχη από ένα δημοκράτη. Ο Σοπενxάουερ
παρ'όλα αυτά συμμεριζόταν την άποψη του
Τόμας Χομπς για την αναγκαιότητα του
κράτους, και της κρατικής βίας, με την
οποία καταστέλλονται οι καταστροφικές
τάσεις που ενυπάρχουν στο ανθρώπινο
είδος.
"Η φήμη είναι κάτι που πρέπει να κερδηθεί. Η τιμή είναι κάτι που απλά δεν πρέπει να χαθεί."
"Η φήμη είναι κάτι που πρέπει να κερδηθεί. Η τιμή είναι κάτι που απλά δεν πρέπει να χαθεί."
Όταν πέθανε
άφησε όλη του την περιουσία σε φιλοζωϊκές
και φιλανθρωπικές οργανώσεις, γεγονός
που φαντάζει οξύμωρο, αφού πολλοί τον
χαρακτηρίζουν μισάνθρωπο εξαιτίας των
αντιλήψεων του για την ανθρωπότητα και
την κοινωνία.
"Εκείνο που οι άνθρωποι ονομάζουν μοίρα, στην ουσία είναι ένα σύνολο ανοησιών που έκαναν."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου